Βιογραφία

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΠΟΛΥΚΑΝΔΡΙΩΤΗ

Ο Αντώνης Πολυκανδριώτης γεννήθηκε στην Μύκονο το 1904. Το σπίτι που μεγάλωσε ήταν πάνω στη θάλασσα (στη μικρή Βενετιά της Μυκόνου).

Ο πατέρας του, ο Γεώργιος Πολυκανδριώτης, αυτοδίδακτος ζωγράφος, μαθήτευσε και εργάσθηκε δίπλα σε διακεκριμένους Έλληνες και Γάλλους αρχαιολόγους σαν συγκολλητής των αγγείων, που βρέθηκαν θρυμματισμένα στις ανασκαφές της Δήλου και στους ομαδικούς τάφους της νήσου Ρήνιας, στην οποία είχαν μεταφερθεί κατά την αρχαιότητα, ενώ παράλληλα συμπλήρωνε τις παραστάσεις των.

Από μικρός λοιπόν ο Αντώνης Πολυκανδριώτης μεγάλωσε σε ένα φτωχό, τότε, νησί ψαράδων και καπεταναίων όμως σε επαφή με ανθρώπους του πνεύματος λόγω της δουλειάς του πατέρα του. Τελείωσε το Δημοτικό στη Μύκονο και κατά την διάρκεια του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου η οικογένεια καταφεύγει στην Δήλο όπου ο πατέρας του εργάζεται στο Μουσείο.

Στη δύσκολη αυτή εποχή η οικογένεια τρέφεται από το ψάρεμα και τα λιγοστά χόρτα που φύονται στο νησί. Μέσα σ’ αυτή την ερημιά ο Αντώνης με την προτροπή του πατέρα του μαθαίνει Γαλλικά διαβάζοντας μόνος του κλεισμένος στο Μουσείο, ενώ τον ελεύθερο χρόνο του τον περνά ζωγραφίζοντας. Λίγο αργότερα ο πατέρας του τον στέλνει στη Σύρο κοντά σε συγγενική οικογένεια όπου θα τελειώσει το Γυμνάσιο.

Τον προορίζει για τηλεγραφητή, όμως τα δείγματα του ταλέντου του Αντώνη ήταν τόσο φανερά ώστε οι άνθρωποι που έρχονται σε επαφή με τον πατέρα του (Αρχαιολόγοι στο Μουσείο, οι καθηγητές του Αντώνη στη Σύρο και μέλη της εκεί αστικής κοινωνίας του νησιού) τον συμβουλεύουν να στείλει το παιδί στην σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα.

Μαθητής ακόμη, το 1917 παρουσιάζει έργα του σε έκθεση ερασιτεχνών στην Αθήνα, στο Λύκειο Ελληνίδων και αποσπά ευνοϊκές κριτικές.

Το 1920 φθάνει στην Αθήνα με τον πατέρα του που τον γράφει στην Σχολή και φεύγει την επόμενη μέρα. Με τα πενιχρά μέσα που διαθέτει του αφήνει χρήματα που αρκούν για να ζήσει μία εβδομάδα. Στα δεκαέξι του λοιπόν ξεκινά να σπουδάσει και να δουλεύει ταυτόχρονα για να ζήσει.

Στη Σχολή λόγω του εξαιρετικού ταλέντου του τον δέχονται κατευθείαν στο 2ο έτος. Καθηγητές του, ο Βικάτος, Γερανιώτης, Ροϊλός, Λύτρας. (Αποφοίτησε από το εργαστήρι του Νικολάου Λύτρα το 1926).

Εκεί γνωρίζεται με τον Σπύρο Βασιλείου, τον Φαληρέα, τον Παπαχριστόπουλο, τον Βασιλικιώτη, τον Ρέγκο τον Ηλιάδη. Με μια υποτροφία με το πενιχρό ποσό των 25 δραχμών το μήνα ψάχνει για δουλειά για να εξασφαλίσει στέγη, φαγητό, έξοδα σπουδών.

Κατεβαίνει στην λαχαναγορά τα χαράματα και εργάζεται σαν αχθοφόρος, γρήγορα όμως δικτυώνεται και βρίσκει δουλειά στη διαφημιστική εταιρεία Ζ στον Δ/ντη της οποίας τον συστήνει ο Βασιλικιώτης που εργάζεται ήδη εκεί. Εκεί γνωρίζεται με τον Σπύρο Παπαλουκά που τον μυεί στην σχολή των Ιμπρεσιονιστών. ( Στον Παπαλουκά χρωστάω τη σωστή ενημέρωση για τον Ιμπρεσιονισμό ) αλλά και η φίλη του Τζένη Μανούση φέρνει μετά από κάθε ταξίδι της στο Παρίσι ρεπροντιξιόν έργων των Ρενουάρ, Μανέ, Ντεγκά,….. Εκεί στο εργαστήρι της συχνάζει η παρέα και, όπως αναφέρει και ο Σπύρος Βασιλείου προλογίζοντας την αναδρομική της έκθεση, « εκεί πρωτοβλέπαμε μετά από κάθε ταξίδι τις στο εξωτερικό ωραίες αναπαραγωγές έργων τέχνης που τολμούσαμε ,οι ιερόσυλοι να κρεμούμε στις μουχλιασμένες αίθουσες της Σχολής Καλών Τεχνών πέτρα σκανδάλου για τους συμπαθείς και απληροφόρητους δασκάλους μας ».

Είναι μια παρέα δεμένη, μαζί διασκεδάζουν, συζητούν της καλλιτεχνικές ανησυχίες τους, εργάζονται. Τα καλοκαίρια τρελή παρέα στη Μύκονο ξεσηκώνουν τους ήσυχους κατοίκους του Νησιού και αποτελούν έναν από τους πρώτους πυρήνες που έκαναν το νησί γνωστό για την ομορφιά και τη γραφικότητα του.

Το1924 πρωτοεμφανίζεται (φοιτητής ακόμη) με την περίφημη έκθεση των τεσσάρων Βασιλείου, Κόκκινος, Πολυκανδριώτης, Ρέγκος.

Στη συνέντευξη που δίνει ο Αντώνης Πολυκανδριώτης στον Νίκο Μακρίδη στην Ελευθεροτυπία η οποία δημοσιεύθηκε στις 3.4.1980, αναφέρει « Νομίζω ότι οι καθηγητές μας αγνοούσαν τα νέα ρεύματα, κάποιος μάλιστα είπε: ποιος είναι αυτός ο Σεζάν. Δεν ήταν παράξενο, είχαν έλθει όλοι από το Μόναχο και ήταν κλεισμένοι στον Ακαδημαϊσμό τους…Το 1925 όμως ήλθε από το Παρίσι ο Νίκος Λύτρας γιος του Νικηφόρου Λύτρα, «Συνδεθήκαμε μαζί του τον αγαπήσαμε ,τον βλέπαμε και στην συντροφιά μας... ».

Τελειώνοντας τη Σχολή το 1926 ο Πολύκλειτος Ρέγκος φίλος και συμφοιτητής του τον προτρέπει να δουλέψουν μαζί για την διακόσμηση του Μητροπολιτικού Ναού της Άμφισσας, παράλληλα με της γνωριμίες του στο χώρο της Εκκλησίας τον συστήνει στην Ιερατική Σχολή Της Αγίας Αναστασίας στη Χαλκιδική. Με την άφιξη του στην Άμφισσα φθάνει και η ειδοποίηση για τον διορισμό του , που τον αποδέχεται.

Στην Ιερατική Σχολή Της Αγίας Αναστασίας, ένα Μοναστήρι σε υψόμετρο 600ων μέτρων o Πολυκανδριώτης έχει χρόνο για δουλειά και μελέτη. Ξυπνά πιο πρωί και από τους συνομήλικους μαθητές του για να δουλέψει τις ακουαρέλες του.

Το ίδιο το καλοκαίρι του 1928 φεύγει από την Σχολή αποφασισμένος να πάει στο Παρίσι. Με 1.500 δραχμές δηλαδή 500 γαλλικά φράγκα εκείνης της εποχής μπαίνει στο καράβι, και ξεκινά για το όνειρο.

Στην αρχή περνά πολύ δύσκολα, οι οικονομίες του τελειώνουν γρήγορα και τα χρήματα της υποτροφίας από την Ακαδημία Αθήνων αργούν να φθάσουν. Φοιτά στην Ακαδημίες Grand Chommier, Colarossi, Scandinave ενώ παράλληλα φοιτά και στο εργαστήρι του χαράκτη Δημήτρη Γαλάνη και στo Μουσείο του Λούβρου.

Η παρέα του, o Βασιλικιώτης, ο Απάρτης, ο Παπαχριστόπουλος, ο Γαλανός ήταν ήδη εκεί. Όπως αναφέρει ο ίδιος στην συνέντευξη του προς τον Νίκο Μακρίδη της που δημοσιεύθηκε στην Ελευθεροτυπία στις 3.4.1980 στην σφοδρή του επιθυμία να γνωρίσει και να παρακολουθήσει τον Ντεραίν, (του οποίου ήταν λάτρης ), σε ώρα εργασίας παρακαλεί τον Χαράκτη Δημήτρη Γαλάνη (που διέπρεπε στο Παρίσι και που στο εργαστήρι του φοιτά όλη η παρέα) να τον συστήσει σαν μοντέλο. Eκείνος του δίνει μια συστατική επιστολή ξεχνά όμως να αναφέρει ότι είναι και σπουδαστής. Στο εργαστήρι του παρακολουθεί εκστατικός τον τρόπο της δουλειάς του. Στο εργαστήρι του Γαλάνη μαζί με τους Ηλιάδη, Ρέγκο, Φαληρέα, Κωνσταντινίδη, Παπανδρέου, μυείται στην χαρακτική.

Από το Παρίσι ταξιδεύει στην Ιταλία και το Βατικανό και μαγεύεται από την Ιταλική Αναγέννηση. Εκεί φιλοτέχνησε και αντίγραφα: την «Την αγία οικογένεια » του Βερονέζε και «Την βάπτιση του « Χριστού» του Τιντορέτο.

Τα δύο αυτά αντίγραφα βρίσκονται στις αίθουσες τις Ακαδημία Αθηνών σαν έκφραση της ευγνωμοσύνης για την υποτροφία που του παραχώρησε εκείνη την εποχή.

Στο Λούβρο κάποια μέρα σχεδιάζοντας συναντά τον Παντελή Πρεβελάκη που του προτείνει να ταξιδέψουν στην Ισπανία για τον Γκρέκο. « Κλείστηκα μια βδομάδα σε ένα δωμάτιο για να μάθω Ισπανικά». Ήταν το 1931. Το Πράντο και γενικά η Ισπανία τον γοητεύει. Μένει 3 μήνες.

Το 1932 επιστρέφει στην Ελλάδα. Για ένα διάστημα εργάζεται: τη διαφήμιση, κάνοντας αφίσες για τον κινηματογράφο, το θέατρο, σε περιοδικά και σκηνικά θεάτρου.

Το1935 διορίζεται καθηγητής τεχνικών Μέσης Εκπαίδευσης καθώς θέλει να υπηρετεί απερίσπαστος την τέχνη χωρίς να εξαρτάται οικονομικά από αυτή.

Τον Μάρτιο του 1938 παντρεύεται , την κατά 3 έτη νεότερη του, Ζωγράφο Λέλα Φλώρου από την Σμύρνη, μετά από αίσθημα χρόνων, από τον καιρό που και οι δύο φοιτούσαν στη σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα. Το 1944 αποκτούν μία κόρη.

Τα μαύρα χρόνια της Κατοχής περνάνε μέσα από την παλέτα του και μεταμορφώνονται σε μια σειρά πινάκων, οι περισσότεροι: τέμπερες, ακουαρέλες και κάποια λάδια, ντοκουμέντα μιας μαύρης εποχής .

Για 30 συνεχή έτη υπηρετεί στην Μέση εκπαίδευση ενώ παράλληλα εργάζεται ακούραστα στο ελεύθερο του χρόνο στο εργαστήρι του στο σπίτι του στη Νέα Σμύρνη. Τα καλοκαίρια μοιράζει το χρόνο του μεταξύ Μυκόνου, Δήλου, Αίγινας όπου ζωγραφίζει μεθώντας από την τη φύση τα χρώματα την θάλασσα τους ανθρώπους. Στήνει το καβαλέτο του όπου μπορεί, στο λιμάνι, κοντά στους ψαράδες κάτω από ένα δέντρο, στα καφενεία ,στην αγορά..Τα θέματα του: Προσωπογραφίες, συνθέσεις, τοπία, νεκρές φύσεις, η θάλασσα, τα ψάρια, ο άνθρωπος, η φύση που την λατρεύει.

Η διδασκαλία των τεχνικών για εκείνον δεν είναι απλά ένα μέσο για βιοπορισμό. Είναι μια ευκαιρία να μεταδώσει την αγάπη του για την τέχνη στους μαθητές του και τους μιλάει, τους μιλάει για την Αναγέννηση, για τα μουσεία, τους κάνει Ιστορία Τέχνης κάτι που δεν προβλέπεται από την διδακτέα ύλη, τους κάνει μαθήματα παραστατικής, προοπτικής. Όσοι μαθητές επωφελούνται, θα περάσουν στο Πολυτεχνείο χωρίς φροντιστήριο.

Είκοσι και πλέον χρόνια αργότερα τον θυμούνται, του στέλνουν γράμματα από το εξωτερικό, του φέρνουν λουλούδια στις εκθέσεις του.

Παράλληλα με την μέση εκπαίδευση θα διδάξει Ελεύθερο Σχέδιο για κάποιο διάστημα στην τότε νεοϊδρυθείσα Σχολή Δοξιάδη και στην Α.Β.C.

Το 1965 χάνει τη γυναίκα του μετά από τέσσερα χρόνια πάλης με τον καρκίνο. Το1967 συνταξιοδοτείται και αφοσιώνεται ολοκληρωτικά στην Ζωγραφική.

Είναι σαν να ξεκινά μια δεύτερη καριέρα.

Τα καλοκαίρια ταξιδεύει ανά την Ελλάδα ζωγραφίζοντας πάντα.Τους Χειμώνες τους περνά ζωγραφίζοντας θέματα που αντλεί από τις καλοκαιρινές του περιπλανήσεις .Ταξιδεύει στην Ευρώπη και επισκέπτεται τα Μουσεία Λονδίνου, Στοκχόλμης Ζυρίχης, Γενεύης, Άμστερνταμ, Νάπολης, Ρώμης, Φλωρεντίας, Μιλάνου, Βενετίας, Φεράρας, Σιένας, Περούτζιας, Ραβέννας, Μαδρίτης, Τολέδου, Εσκοριάλ.

Έργα του στην Ελλάδα : στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ακαδημία Αθηνών, στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (σειρά προσωπογραφιών Πρυτάνεων),Υπουργείο Παιδείας, Δήμος Αθηναίων, Εθνική Τράπεζα Ελλάδος και διάφορες ιδιωτικές συλλογές.

Στο Εξωτερικό : Ιδιωτικές συλλογές στη Γαλλία, Σουηδία, Γερμανία, Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, Βουλγαρία.

Εκθέσεις στην Ελλάδα : Ατομικές στην Αθήνα στις Γκαλερή: Ζαχαρίου, Ωρα, Αργώ και πολλές Ομαδικές από το 1925 στην Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Βόλο, Κρήτη. Έλαβε μέρος σε 10 Πανελλήνιες Καλλιτεχνικές Εκθέσεις στην Αθήνα το 1938, 1939, 1940, 1948, 1952, 1957, 1963, 1965, 1971, έως και το 1975 και μετά τον θάνατο του το 1995 στην έκθεση : Εικαστικές Μαρτυρίες Ζωγραφική –Χαρακτική, στον Πόλεμο στην Κατοχή και την Αντίσταση που διοργανώθηκε από το Υπουργείου Πολιτισμού στην Ακαδημία Αθηνών το 1995.

Στο Εξωτερικό : Ομαδικές και Διεθνείς, (παρατίθενται με χρονολογική σειρά):

Το 1935 στη Σόφια (με την ομάδα τέχνης), το1947, Στοκχόλμη, Όσλο (οργανωθείσα από το Υπ. Παιδείας), 1947 Διεθνής Καϊρου (Υπ.Παιδ.), 1953 στη Ρώμη, (ομάς Τέχνης), Το 1955-56 Σουηδία - Γκέτενμπουργκ (Υπ.Παιδ.), το1959 Διεθνής Αλεξάνδρειας (Υπ.Παιδ.), το 1962:Διεθνής Τυνισίας (Υπ.Παιδ.), το 1964 στο Λύντς Αυστρίας (Υπ.Παιδ.), στο Βουκουρέστι, Βελιγράδι, Κωνσταντινούπολη, κ.λ.π., και Παρίσι 1973.

Μέλος : Των Ομάδων : Τέχνης, Ζωγράφοι και Γλύπτες και σύνεδρο μέλος του Καλλιτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος από της ιδρύσεως του.

Διακρίσεις: Τιμήθηκε με μετάλλιο στην Α΄ Πανελλήνιο Καλλιτεχνική Έκθεση το 1938 και με το Diplome D’ Honneur της Art Libre Salon International (Παρίσι 1973)

Δημοσιεύσεις : 1) Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών 4ος τόμος, έκδοση Μέλισσα, 2) Έλληνες Ζωγράφοι του Γιάννη Βουτσινά, εκδόσεις Γκοβόστη, 3) Εικαστικές Μαρτυρίες Ζωγραφική –Χαρακτική, στον Πόλεμο στην Κατοχή και την Αντίσταση των Ασαντούρ Μπαχαριάν - Πέτρου Ανταίου, έκδοση Υπουργείο Πολιτισμού.

Πέθανε την 1η Μαρτίου του 1990 στην Αθήνα σε ηλικία 86 ετών, μετά από εντεκάμηνη μάχη με τον καρκίνο του πνεύμονα.

Copyright © 2020. All Rights Reserved.